εγγραφείτε: Άρθρα

leader

Διεθνές Συνέδριο για την Αιγοτροφία

0 comments

 

 
Διεθνές συνέδριο για τη βιώσιμη παραγωγή γάλακτος από οικολογικές και εκτροφές χαμηλών εισροών αιγών διοργανώνεται στο Σταυρό Θεσσαλονίκης από 9 Μαΐου ως το Σάββατο 11 Μαΐου.
 
 
Το συνέδριο θα πραγματοποιηθεί στο πλαίσιο της 3ης ετήσιας συνάντησης του ευρωπαϊκού ερευνητικού προγράμματος SOLID (Sustainable Organic and Low Input Dairying). Και αναμένεται να τεθούν οι βάσεις για τη διαμόρφωση της πολιτικής, γύρω από τη βιώσιμη ανάπτυξη στην παραγωγή γάλακτος από εκτροφές χαμηλών εισροών.

Η ελληνική συμμετοχή βασίζεται αποκλειστικά στην κυρίαρχη θέση της Ελλάδας στην εκτροφή γιδιών σε ευρωπαϊκό επίπεδο και στόχος είναι η αξιοποίηση τους για την παραγωγή υψηλής ποιότητας γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, διασφαλίζοντας την προστασία του περιβάλλοντος και τη βιοποικιλότητα.

Ο αριθμός αιγών στην Ελλάδα υπολογίζεται σε περίπου 5 εκατομμύρια ζώα και αντιπροσωπεύει το 47,6% των αρμεγόμενων γιδιών της ΕΕ, ενώ το παραγόμενο γάλα ανήλθε σε 406.955 τόνους για το έτος 2010.

Το διεθνές συνέδριο, στο οποίο συμμετέχουν συνολικά 50 επιστήμονες από 10 ευρωπαϊκές χώρες (Αυστρία, Βέλγιο, Γερμανία, Δανία, Ελλάδα, Ηνωμένο Βασίλειο, Ιταλία, Ισπανία, Ρουμανία, Φιλανδία), οργανώνεται από το Εργαστήριο Ζωοτεχνίας της Κτηνιατρικής Σχολής σε συνεργασία με το Δήμο Βόλβης, στο ξενοδοχείο Rihios Hotel.

Το Σάββατο θα γίνουν επισκέψεις σε κτηνοτροφικές μονάδες εκτροφής γιδιών, αλλά και σε οικογενειακά τυροκομεία του δήμου Βόλβης.

Οι συμμετέχοντες εκπροσωπούν επιλεγμένους φορείς από τη γαλακτοβιομηχανία, ακαδημαϊκά ιδρύματα, κτηνοτροφικές επιχειρήσεις, μη κυβερνητικές οργανώσεις, μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις και ομάδες συμβούλων επιχειρήσεων. 

Οι εργασίες του συνεδρίου εστιάζονται στην εκτροφή μηρυκαστικών, τη βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, τη μεταποίηση των προϊόντων και τη δημιουργία προϋποθέσεων για τη μελλοντική εξέλιξη των επιμέρους κλάδων.
 
Η κατάσταση στην χώρα μας
 
Μπορεί στη χώρα μας να βόσκουν πάνω από 5 εκατομμύρια γίδια, δηλαδή το 47,6% των αρμεγόμενων γιδιών στην ΕΕ, ωστόσο η Ελλάδα, κάτοχος ενός και μόνο γνωστού τυριού, τη φέτα, όχι μόνο δεν είναι αυτάρκης στα προϊόντα που προέρχονται από αυτά, αλλά αντιθέτως έχει και έλλειμμα, με το παραγόμενο γάλα να διαμορφώνεται σε μόλις 406.955 τόνους το 2010. Την ίδια στιγμή, οι Γάλλοι, με 2 εκατομμύρια γίδια, πολιορκούν τις διεθνείς αγορές με επώνυμα τυριά, προσφέροντας χιλιάδες θέσεις εργασίας και συνεισφέροντας σημαντικά στην εθνική οικονομία της χώρας τους.

Η βασική επιδίωξη τότε, όπως ακόμα και σήμερα, ήταν να αποκτήσουμε επάρκεια σε προϊόντα ζωικής προέλευσης με αύξηση της παραγωγής για κάλυψη των αναγκών και περιορισμό ή παύση των εισαγωγών, επεσήμανε μιλώντας σε δημοσιογράφους ο αναπληρωτής καθηγητής του ΑΠΘ και διευθυντής στο Εργαστήριο Ζωοτεχνίας της Κτηνιατρικής Σχολής, Γεώργιος Αρσένος.

Η γιδοτροφία είναι ο ξεχασμένος και λιγότερο εκσυγχρονισμένος κλάδος της ελληνικής κτηνοτροφίας, καθώς διαχρονικά αντιμετωπίστηκε σαν απόκομμα της προβατοτροφίας, παρά τις πολλές ιδιαιτερότητές της, τόνισε ο κ. Αρσένος, με αφορμή το Διεθνές Επιστημονικό συνέδριο.

Έτσι, ενώ η χώρα μας κατέχει πανευρωπαϊκή πρωτιά στην εκτροφή γιδιών, ωστόσο ο κλάδος μαραζώνει, καθώς ποτέ μέχρι σήμερα δεν έγινε κάτι ώστε να απαλειφθούν οι παράγοντες που εμποδίζουν την υγιή ανάπτυξή του, ούτε και δόθηκαν κίνητρα για να εισέλθουν νέοι στο χώρο και να αντικατασταθούν οι γέροντες που ακόμα κρατούν ψηλά την παράδοση.

Σύμφωνα με τον ίδιο, οι διαχρονικοί παράγοντες που εμποδίζουν την υγιή ανάπτυξη της γιδοτροφίας αλλά και γενικά της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα σχετίζονται με την ανεξέλικτη εισαγωγή προϊόντων ζωικής προέλευσης, τον τρόπο με τον οποίο διαμορφώνονται οι τιμές των εγχώρια παραγόμενων προϊόντων και με τη μεγάλη διαφορά μεταξύ «τελικής τιμής» και “τιμής παραγωγού», και ουσιαστικά το «κλέψιμο» του μεριδίου του παραγωγού από τους μεταποιητές και εμπόρους των προϊόντων ζωικής προέλευσης”.

Η γιδοτροφία είναι το κλασικό παράδειγμα δραστηριότητας που αφέθηκε στη τύχη της, αφού σύμφωνα με τον κ. Αρσένο, δεν έγινε ποτέ μια συστηματική έρευνα για να διαπιστωθούν τα αντικειμενικά πλεονεκτήματα και μειονεκτήματα της γιδοτροφίας και να αποτυπωθεί το κόστος παραγωγής σε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα ποιμνίων ώστε να υπάρχει μία βάση αναφοράς. Μέχρι σήμερα δεν αξιολογήθηκε ποτέ η αποτελεσματικότητα όσων προγραμμάτων εφαρμόστηκαν, ούτε ο τρόπος με τον οποίο δίνονταν και δίνονται οι επιδοτήσεις, ενώ σημείωσε ότι “δυστυχώς”, δεν έγινε ποτέ ένα ολοκληρωμένο πρόγραμμα γενετικής βελτίωσης ιδιαίτερα για τη φυλή Σκοπέλου που φαίνεται ότι έχει πολύ αξιόλογο γενετικό δυναμικό και πολύ υψηλές αποδόσεις που την καθιστά ανταγωνιστική ακόμα και με την Αγγλονουβιανή (Anglonubian).

Μιλώντας για το μέλλον της γιδοτροφίας, ο κ. Αρσένος σημείωσε ότι εξαρτάται και από τους ίδιους τους παραγωγούς, αλλά και από το πόσο αποτελεσματικά θα μπορέσουν οι υπόλοιποι (κρατικοί φορείς, ερευνητικά ινστιτούτα, πανεπιστήμια), να δημιουργήσουν επιχειρηματικό πνεύμα στους εκτροφείς και να διαμορφώσουν το κατάλληλο πλαίσιο περιβάλλοντος συνεργασίας με τις μεταποιητικές επιχειρήσεις, έτσι ώστε να παραχθούν καινοτόμα γαλακτοκομικά προϊόντα από γίδινο γάλα, ικανά να διασφαλίσουν τη βιωσιμότητα αυτών που θα επιλέξουν το δρόμο των εξαγωγών.

Μεταξύ άλλων ο αναπληρωτής καθηγητής του ΑΠΘ, τόνισε ότι τα βασικά ζητήματα που πρέπει να επιλυθούν, έτσι ώστε ο συγκεκριμένο κλάδος να πάρει την ανιούσα είναι: εξυγίανση του ζωϊκού κεφαλαίου, εφαρμογή τεχνητής σπερματέγχυσης, λειτουργία μόνο αδειοδοτημένες σταβλικών εγκαταστάσεων (85% δεν έχουν άδεια) και το “πάντρεμα” φυτικής και ζωϊκής παραγωγής.