εγγραφείτε: Άρθρα
εύρεση
Πορεία της Ευρωπαϊκής Γεωργίας
Oι προβλέψεις της Commission για το μέλλον της ευρωπαϊκής γεωργίας για τα επόμενα δέκα χρόνια είναι ενθαρρυντικές.
Σύμφωνα με την έκθεση «Μεσοπρόθεσμες προοπτικές των αγορών αγροτικών προϊόντων για το 2012-2022» προβλέπονται θετικές τάσεις που στηρίζονται στις αναδυόμενες αγορές της Ασίας και την ολοένα και μεγαλύτερη ζήτηση για αγροτικά προϊόντα.
Όσον αφορά τις αροτραίες καλλιέργειες, «οι μεσοπρόθεσμες προοπτικές τους στην Ε.Ε. διαγράφονται σχετικά θετικές, χάρη στη ρωμαλέα παγκόσμια ζήτηση και τις σταθερές τιμές.
Στην Ε.Ε., τα βιοκαύσιμα θα παίξουν σημαντικό ρόλο στις αροτραίες καλλιέργειες αποτελώντας τον πιο δυναμικό παράγοντα της ζήτησης, τη στιγμή που η εγχώρια ζήτηση για τρόφιμα και ζωοτροφές αναμένεται να σημειώσει αμελητέα άνοδο».
Δημητριακά
Για τα δημητριακά, η Commission προβλέπει ότι τα επόμενα χρόνια η ευρωπαϊκή αγορά θα χαρακτηρίζεται από χαμηλά αποθέματα και τιμές που θα παραμένουν σε υψηλότερα επίπεδα από ό,τι στο παρελθόν.
Ταυτόχρονα, ενώ οι συνολικές εκτάσεις που καλλιεργούνται με δημητριακά θα παραμείνουν σταθερές, προβλέπεται ανακατανομή των καλλιεργειών, με το καλαμπόκι και το μαλακό σιτάρι να αυξάνουν το μερίδιό τους (ως και 17% και 42% αντίστοιχα), εις βάρος άλλων δημητριακών. Την ίδια στιγμή, η αυξανόμενη ζήτηση για ρύζι θα καλυφθεί με αύξηση των εισαγωγών, μειώνοντας το βαθμό αυτάρκειας της Ε.Ε. στο 56%.
Και στους ελαιούχους σπόρους, οι παραγωγοί θα επωφεληθούν από την ισχυρή ζήτηση και τις υψηλές τιμές. Οι καλλιέργειες θα επεκταθούν ελαφρά, ενώ η εγχώρια ζήτηση αναμένεται να αυξηθεί χάρη στην πρόσθετη ζήτηση για μαγειρικά έλαια αλλά και για βιοντίζελ.
Στη ζάχαρη, αναμένεται αυξανόμενη ζήτηση για αιθανόλη η οποία θα οδηγήσει σε αύξηση της παραγωγής ζαχαρότευτλου που προορίζεται για την παραγωγή αιθανόλης. Όμως, μετά την εκπνοή των ποσοστώσεων το 2015, η ισογλυκόζη αναμένεται να αντικαταστήσει προοδευτικά το ζαχαρότευτλο για ανθρώπινη κατανάλωση. Η κατάργηση των ποσοστώσεων θα οδηγήσεις σε μείωση της τιμής της ζάχαρης στην Ε.Ε. καθιστώντας τις εισαγωγές λιγότερο ελκυστικές.
Κρέας
Όσο για το κρέας, η ευρωπαϊκή αγορά θα επηρεαστεί από τη συνεχιζόμενη οικονομική κρίση και τα υψηλά επίπεδα ανεργίας, τα οποία ωθούν τη ζήτηση προς πιο φτηνά κρέατα. Στο μέλλον, η χοιροτροφία θα επηρεαστεί σημαντικά κι από τις νέες απαιτήσεις για την ευζωία των ζώων. Κατά συνέπεια, η παραγωγή κρέατος στην Ε.Ε., αφού αυξήθηκε κατά το 2010 και 2011, θα μειωθεί κατά 2% τα επόμενα δύο χρόνια. Μετά από τη μείωση αυτή, η συνολική παραγωγή κρέατος αναμένεται να ανακάμψει σταδιακά σε ορίζοντα δεκαετίας και να φτάσει τους 45 εκατ. τόνους το 2022, δηλαδή στα ίδια επίπεδα με το 2011. Η ετήσια κατά κεφαλή κατανάλωση κρέατος στην Ε.Ε., το 2022 προβλέπεται στα 82,6 κιλά δηλαδή περίπου στα επίπεδα του 2009.
Το χοιρινό κρέας θα παραμείνει το αγαπημένο κρέας των Ευρωπαίων (40,8 κιλά/ ανά κεφαλή το 2022), και ακολουθούν τα πουλερικά (24,1 κιλά), το βόειο κρέας (15,7 κιλά) και το αιγοπρόβειο, με μόλις 2 κιλά κατά κεφαλή. Πιο ευνοϊκές είναι οι εξελίξεις στα γαλακτοκομικά, αφού η παγκόσμια ζήτηση σημειώνει διαρκή άνοδο. Το τυρί και το αποβουτυρωμένο γάλα σε σκόνη (ΑΓΣ) είναι δύο προϊόντα με εξαιρετικές προοπτικές, αφού οι εξαγωγές τους τα επόμενα 10 χρόνια θα αυξηθούν κατά τα δύο τρίτα για το τυρί και θα τριπλασιαστούν για το ΑΓΣ. Η παραγωγή γάλακτος στην Ε.Ε. θα συνεχίσει να αυξάνεται αργά αλλά σταθερά, παραμένοντας όμως κάτω από τη δυναμικότητα που θα δώσει η κατάργηση των ποσοστώσεων. Το 2022, η συνολική παραγωγή γάλακτος στην Ε.Ε. αναμένεται να έχει φτάσει τους 159,3 εκατ. τόνους, αυξημένη κατά 5% σε σχέση με το 2011.
Όσον αφορά το αγροτικό εισόδημα, η Commission προβλέπει ότι το πραγματικό εισόδημα ανά μονάδα εργασίας, το 2022 θα είναι κατά 17,5% υψηλότερο από ό,τι την περίοδο 2008-2012. Η άνοδος αυτή είναι το αποτέλεσμα της αναμενόμενης απότομης επιδείνωσης (-15,6%) του εισοδήματος των συντελεστών της αγροτικής παραγωγής, που όμως αντισταθμίζεται και με το παραπάνω από τη μείωση (-28,4) του εργατικού δυναμικού που απασχολείται στη γεωργία. Πάντως το αγροτικό εισόδημα στα παλιά κράτη μέλη όπως είναι η Ελλάδα, θα παραμείνει αμετάβλητο. Αντίθετα, στις χώρες της ανατολικής Ευρώπης θα αυξηθεί κατά 55% ως το 2022.