εγγραφείτε: Άρθρα
εύρεση
Το ολιγοπώλιο των τροφίμων
Με κέρδη-ρεκόρ οι «4 μεγάλες αδελφές» της αγοράς σιτηρών, οι λεγόμενες ABCD, με αφορμή τον πόλεμο πυροδοτούν την άνοδο των τιμών και την επισιτιστική κρίση.
Γόνιμο έδαφος για αισχροκέρδεια και κερδοσκοπία στις διεθνείς αγορές τροφίμων φαίνεται ότι έχουν ξαναβρεί οι 4 μεγαλύτερες εταιρείες εμπορίας σιτηρών του κόσμου, βάζοντας το χεράκι τους στην άνοδο των τιμών και την επισιτιστική κρίση που βιώνει σήμερα η ανθρωπότητα.
Οι «4 μεγάλες αδελφές» της αγοράς σιτηρών -Archer-Daniels-Midland Company, Bunge, Cargill και Louis Dreyfus, γνωστές συλλογικά και ως ABCD (από το πρώτο γράμμα του ονόματος της καθεμίας εξ αυτών)- απολαμβάνουν ήδη από πέρυσι χάρη στις υψηλές τιμές τζίρους και κέρδη-ρεκόρ. Η Cargill είδε τα έσοδά της να εκτοξεύονται κατά 23% στο οικονομικό της έτος που έληξε στις 31 Μαΐου και να χτυπούν νέο ρεκόρ στα 165 δισ. δολάρια, ενώ η Archer-Daniels-Midland (ΑDM) είχε στο β’ τρίμηνο του 2022 τα υψηλότερα κέρδη στην ιστορία της. Στο ίδιο τρίμηνο, οι πωλήσεις της Bunge κατέγραψαν άνοδο 17% σε ετήσια βάση, ενώ τα κέρδη της Louis Dreyfus συνολικά για το 2021 αυξήθηκαν πάνω από 80%.
Ελέγχοντας το 70-90% του παγκόσμιου εμπορίου σιτηρών οι 4 εταιρείες συνθέτουν εδώ και δεκαετίες ένα ιδιαίτερα αδιαφανές ολιγοπώλιο στην παγκόσμια αγορά σιτηρών και τροφίμων.
Έχοντας μακρά ιστορία η οποία ξεκινά από τον 19ο αιώνα και τις αρχές του 20ού, οι επιχειρήσεις αυτές ενώ αρχικά ιδρύθηκαν ως ιδιωτικές, οικογενειακές εταιρείες εμπορίου σιτηρών με συγκεκριμένες γεωγραφικές ιδιαιτερότητες, εξελίχθηκαν σταδιακά σε παγκόσμιους πολυσχιδείς επιχειρηματικούς κολοσσούς. Αγοράζουν και πωλούν σιτηρά αλλά και πλήθος άλλων γεωργικών και μη γεωργικών προϊόντων, ενώ αναλαμβάνουν επίσης μια σειρά δραστηριότητες από τη χρηματοδότηση έως την παραγωγή, τη μεταποίηση και τη διανομή. Από τη δεκαετία του 1980 οι ΑΒCD εμβάθυναν και εδραίωσαν την κάθετη ολοκλήρωσή τους ακόμη περισσότερο συνδεόμενες πιο πολύ με τις διαδικασίες αγροτικής παραγωγής.
Κάθετος έλεγχος
Ταυτόχρονα ενεπλάκησαν ακόμη βαθύτερα στις χρηματοοικονομικές και επενδυτικές δραστηριότητες του τομέα. Αντί να εμπορεύονται απλά τα γεωργικά προϊόντα -που οι αγρότες αποφασίζουν ανεξάρτητα να παράγουν-, έχουν μετασχηματιστεί σε διαχειριστές ολόκληρων αλυσίδων γεωργικής αξίας. Θεωρούν εαυτούς δημιουργούς της παγκόσμιας προσφοράς σιτηρών και συνιστούν κεντρικό σημείο εστίασης στη διαχείριση ολόκληρων αλυσίδων προσφοράς, από την ιδιοκτησία γης, τις εισροές στην παραγωγή, την παροχή συμβουλών και ασφάλιση, τις συμβάσεις μελλοντικής εκπλήρωσης, την αγορά, την αποθήκευση, την επεξεργασία και το λιανικό εμπόριο, την κατασκευή και συντήρηση υποδομών αποθήκευσης και μεταφοράς καθώς τη χρηματοδότηση σε όλο το μήκος της αλυσίδας. «Από το αγρόκτημα ως το πιρούνι», διαφημίζει χαρακτηριστικά την παρουσία της σε αυτή την πολύπλοκη αλυσίδα η Louis Dreyfus.
Σχεδόν ταυτόχρονα με την κάθετη ολοκλήρωσή τους οι «4 αδελφές» πραγματοποιούν τις τελευταίες δεκαετίες και μια οριζόντια επέκταση σε άλλες δραστηριότητες πέρα από τα τρόφιμα. Εμπλέκονται έτσι, για παράδειγμα, βαθύτερα στις αγορές ενέργειας, τόσο εκείνες που συνδέονται με τη γεωργία, όπως τα βιοκαύσιμα, όσο και εκείνες που δεν σχετίζονται άμεσα, όπως το πετρέλαιο.
Αυτή η στροφή προς ένα πιο οριζόντιο επιχειρηματικό μοντέλο φαίνεται να αποτελεί προϊόν της μεγαλύτερης συμμετοχής τους στις παγκόσμιες αλυσίδες γεωργικής αξίας σε συνδυασμό με τις χρηματοπιστωτικές συναλλαγές τους. Γεγονός το οποίο αυξάνει την ανάγκη δραστηριοποίησής τους σε άσχετες με το αντικείμενό τους αγορές για την αντιστάθμιση κινδύνου αλλά και την κερδοσκοπία.
Η ADM, για παράδειγμα, είναι σημαντικός επενδυτής στην παραγωγή αιθανόλης με βάση το καλαμπόκι, ενώ η Cargill έχει εισέλθει πληρέστερα στη βιομηχανία πετρελαίου. Τόσο η Cargill όσο και η ADM εμπλέκονται ακόμη στα πλαστικά, τα χρώματα και τις επιστρώσεις, τη ναυτιλία, τα μέταλλα και τα βιομηχανικά χημικά.
Ομοίως η Louis Dreyfus δραστηριοποιείται όχι μόνο στο εμπόριο αγροτικών προϊόντων αλλά και στη διαχείριση περιουσιακών στοιχείων, τις εκμεταλλεύσεις των δασών και το real estate.
Η αυξανόμενη χρηματοοικονομική τους δραστηριότητα σε συνδυασμό με το ολιγοπώλιό τους στο εμπόριο σιτηρών και άλλων εμπορευμάτων τις καθιστούν ωστόσο νούμερο 1 ύποπτο για την αστάθεια των τιμών και την κερδοσκοπία που καταγράφεται στις αγορές τροφίμων την τελευταία 15ετία με αποτέλεσμα σοβαρές επισιτιστικές κρίσεις όπως η σημερινή.
Οι τιμές των τροφίμων έχουν αυξηθεί φέτος πάνω από 20% και περίπου 345 εκατομμύρια άνθρωποι -έναντι 135 εκατομμυρίων πριν από την πανδημία- βιώνουν οξεία επισιτιστική ανασφάλεια. Η φετινή αύξηση των τιμών συμβαίνει παρά τη σοδειά-ρεκόρ του σιταριού πέρυσι και την επάρκεια αποθεμάτων παγκοσμίως. Τρόφιμα για να θρέψουν τους πεινασμένους του πλανήτη υπάρχουν, ενώ ο αποκλεισμός της Ουκρανίας από την παγκόσμια προσφορά για κάποιο καιρό δεν φτάνει για να δικαιολογήσει το άλμα των τιμών.
Αδιαφανώς…
Την ίδια στιγμή δεν υπάρχει ικανοποιητική διαφάνεια για τα αποθέματα που οι εταιρείες διακρατούν στις αποθήκες τους ούτε και τρόπος που θα τις υποχρεώσει να τα διαθέσουν στις αγορές έγκαιρα. Διαπιστώνοντας αύξηση του περιθωρίου κέρδους των «4» στον τελευταίο χρόνο κάποιοι ειδικοί υποπτεύονται ότι αυτές συγκρατούν τα αποθέματά τους για να ανεβάσουν τις τιμές.
Το χειρότερο δε είναι ότι οι ABCD προβλέπουν υψηλότερη ζήτηση από προσφορά τουλάχιστον ως το 2024, κάτι που πιθανότατα θα οδηγήσει ακόμη υψηλότερα τους τζίρους και τα κέρδη τους στην επόμενη διετία. Η αισχροκέρδεια, η κερδοσκοπία στις αγορές συμβολαίων μελλοντικής εκπλήρωσης και τα κέρδη-ρεκόρ των 4 κολοσσών σε μια τόσο δραματική για την ανθρωπότητα περίοδο αποτελούν ντροπή για τις μεγάλες κυβερνήσεις της υφηλίου. Η έκκληση ΜΚΟ, προοδευτικών πολιτικών επιστημόνων προς τις κυβερνήσεις πλέον είναι κοινή: Φορολογήστε επειγόντως τα ουρανοκατέβατα κέρδη των 4 κολοσσών, θεσμοθετήστε διαφάνεια στη λειτουργία τους.
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών, 27.08.2022
https://www.efsyn.gr/oikonomia/diethnis–oikonomia/356934_oligopolio–ton–trofimon