εγγραφείτε: Άρθρα
εύρεση
H Αγροτική Παραγωγή της ΕΕ
Σύμφωνα με στοιχεία της Eurostat η αγροτική παραγωγή της ΕΕ μειώθηκε κατά 1,1% το 2020, ενώ αυξήθηκε η γαλακτοπαραγωγή.
Σε 414,1 δισεκατομμύρια ευρώ σε βασικές τιμές, μειωμένη κατά 1,1% σε σύγκριση με το 2019 ανήλθε η συνολική γεωργική παραγωγή στην ΕΕ το 2020, σύμφωνα με τις τελικές εκτιμήσεις για τον αγροτικό τομέα που δημοσιεύθηκαν πρόσφατα από τη Eurostat.
Με 76,3 δισ. ευρώ (ή περίπου 18,4% του συνόλου της ΕΕ) το 2020, η Γαλλία είχε την υψηλότερη συνολική γεωργική παραγωγή μεταξύ των κρατών μελών, ακολουθούμενη από τη Γερμανία (57,6 δισ. ευρώ ή 13,9%), την Ιταλία (56,9 δισ. ευρώ ή επίσης 13,7%), Ισπανία (52,3 δισ. ευρώ ή 12,6%), Ολλανδία (28,2 δισ. ευρώ ή 6,8%) και Πολωνία (26,4 δισ. ευρώ ή 6,4%).
Το 2020, 11 από τα 27 κράτη μέλη της ΕΕ κατέγραψαν μείωση στην αξία της γεωργικής παραγωγής. Η μεγαλύτερη πτώση καταγράφηκε στη Ρουμανία (-11,3%), τη Μάλτα και τη Βουλγαρία (και οι δύο -4,5%), τη Φινλανδία (-3,9%), την Ουγγαρία και την Ολλανδία (και οι δύο -3,1%). Αντίθετα, οι υψηλότερες αυξήσεις, σε σχετικούς όρους, καταγράφηκαν στη Λιθουανία (+8,6%), στην Ιρλανδία (+4,6%), στη Σλοβακία (+3,8%), στη Λετονία (3,1%) και στην Κύπρο (2,8%).
Μεταξύ των κρατών μελών με τη μεγαλύτερη γεωργική βιομηχανία, η αξία της συνολικής γεωργικής παραγωγής μειώθηκε κατά 2,3% στην Ιταλία, 1,9% στη Γαλλία και 1,6% στη Γερμανία, ενώ αυξήθηκε κατά 1,1% στην Ισπανία.
Η αξία τόσο της φυτικής όσο και της ζωικής παραγωγής της ΕΕ μειώθηκε κατά 1,0% και 1,1%, αντίστοιχα.
Όσον αφορά το κόστος των γεωργικών εισροών της ΕΕ (ενδιάμεση κατανάλωση), σημειώθηκε ελαφρά μείωση 1,1%, σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, γεγονός που οδήγησε σε ισχυρότερο ρυθμό μείωσης (1,3%) της ακαθάριστης προστιθέμενης αξίας που παράγεται από τη γεωργία.
Η γαλακτοπαραγωγή στην ΕΕ
Το 2020, οι ευρωπαϊκές φάρμες παρήγαγαν 160,1 εκατομμύρια τόνους νωπού γάλακτος, 1,1% περισσότερο από ό,τι το 2019, σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η Eurostat
Από αυτό το σύνολο, εκτιμάται ότι 149,9 εκατομμύρια τόνοι χρησιμοποιήθηκαν από τα γαλακτοκομεία, μαζί με το αποβουτυρωμένο γάλα, για την παραγωγή μιας σειράς βιομηχανοποιημένων γαλακτοκομικών προϊόντων.
Μεταξύ άλλων προϊόντων, τα γαλακτοκομεία παρήγαγαν 1,6 εκατομμύρια τόνους αποβουτυρωμένο γάλα σε σκόνη, 2,3 εκατομμύρια τόνους βουτύρου, 7,7 εκατομμύρια τόνους οξινισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων όπως γιαούρτια, 10,3 εκατομμύρια τόνους τυριού, 24,0 εκατομμύρια τόνους γάλακτος κατανάλωσης και, ως υποπροϊόν η παραγωγή τυριού, 55,5 εκατομμύρια τόνοι ορού γάλακτος το 2020.
Τα γαλακτοκομεία της ΕΕ παρήγαγαν περισσότερα από όλα αυτά τα προϊόντα το 2020 από ό,τι το 2019 και, με τη σειρά τους, εκτός από τα φρέσκα προϊόντα, περισσότερα από ό,τι το 2018. Για παράδειγμα, η ποσότητα βουτύρου που παρήχθη το 2020 ήταν 1,7% μεγαλύτερη από ό,τι το 2019, το φρέσκο γάλα κατανάλωσης ήταν 2,6% υψηλότερο και η ποσότητα του παραγόμενου τυριού ήταν 3,0% μεγαλύτερη από το 2019.
Τα γαλακτοκομεία στη Γερμανία αντιπροσώπευαν το υψηλότερο μερίδιο της παραγωγής στην ΕΕ όλων των κύριων φρέσκων και βιομηχανοποιημένων γαλακτοκομικών προϊόντων,
συμπεριλαμβανομένου του γάλακτος κατανάλωσης (19,3% του συνόλου της ΕΕ), του βουτύρου (21,0%), του τυριού (22,9%) και των οξινισμένων γαλακτοκομικών προϊόντων (23,7%) ).
Τα υψηλότερα επίπεδα παραγωγής γαλακτοκομικών προϊόντων καταγράφηκαν γενικά στα πολυπληθέστερα κράτη μέλη της ΕΕ, αν και υπήρχαν ορισμένες εξαιρέσεις. Για παράδειγμα, η Ιρλανδία κατείχε το τρίτο υψηλότερο μερίδιο βουτύρου που παράγεται (12,4%) και η Ολλανδία το τέταρτο υψηλότερο για το τυρί (9,7% του συνόλου της ΕΕ).