εγγραφείτε: Άρθρα
εύρεση
Προστασία των Μελισσών – Αγορά Μελιού
Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο καλεί την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και τα κράτη μέλη να προτείνουν δράσεις για την προστασία των μελισσών και των μελισσοκόμων.
Συγκεκριμένα ζητούν:
- καλύτερη προστασία των ποικιλιών των μελισσών
- αύξηση της οικονομική βοήθειας που παρέχεται στους μελισσοκόμους
- απαγόρευση επιβλαβών φυτοφαρμάκων και δράσης κατά της εισαγωγής παραποιημένου μελιού
Αγορά μελιού
Η Ευρωπαϊκή Ένωση είναι δεύτερη σε παραγωγή μελιού στον κόσμο, μετά την Κίνα. Περισσότεροι από 20.000 τόνοι μελιού παράγονται στην Ισπανία, την Ουγγαρία, τη Γερμανία και τη Ρουμανία, ενώ 15.000-20.000 τόνοι στην Πολωνία και την Ελλάδα. Η Κύπρος, η Ιρλανδία και το Λουξεμβούργο παράγουν συνολικά λιγότερο από 1.000 τόνους μέλι.
Κάθε χρόνο, 600.000 περίπου χιλιάδες μελισσοκόμοι και 17 εκατομμύρια κυψέλες παράγουν περισσότερους από 250 τόνους μέλι. Ωστόσο, η παραγωγή δεν καλύπτει τη ζήτηση για αυτό γίνονται εισαγωγές. Μόνο το 2016, εισήχθησαν στην ΕΕ 200.000 τόνοι μέλι, κυρίως από την Κίνα.
Σε σχέση με άλλες χώρες τα έξοδα παραγωγής που έχουν οι ευρωπαίοι μελισσοκόμοι είναι πολύ μεγάλα, ενώ οι ευρωπαϊκές εξαγωγές μελιού έχουν πολύ υψηλότερο κόστος από το μέλι που εισάγεται στην ΕΕ.
Χαρακτηριστικά, ένα κιλό μέλι εισαγωγής στην ΕΕ το 2016, κόστιζε 2,23 ευρώ ενώ ένα κιλό μέλι που εξαγόταν από την ΕΕ προς τρίτες χώρες, κόστιζε 5,69 ευρώ.
Η υγεία των μελισσών, η μεγάλη πρόκληση για τον κλάδο
Μπορεί ο τομέας της μελισσοκομίας να είναι μικρός στην ΕΕ, ωστόσο είναι ιδιαίτερα σημαντικός για τη γεωργία, την επισιτιστική ασφάλεια και τη βιοποικιλότητα καθώς οι μέλισσες επικονιάζουν τις καλλιέργειες και τα άγρια φυτά. Η υγεία των μελισσών θεωρείται ως η μεγάλη πρόκληση για τον κλάδο της μελισσοκομίας.
Η έξαρση ασθενειών στα ζώα, η εντατική αγροτική δραστηριότητα, η έκθεση σε χημικές ουσίες καθώς και η απώλεια ενδιαιτημάτων σε συνδυασμό με τις δυσμενείς κλιματολογικές συνθήκες, μπορούν να απειλήσουν την παραγωγική ικανότητα των κυψελών.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις της EFSA, οι περισσότερες χρήσεις των νεονικοτινοειδών παρασιτοκτόνων συνιστούν κίνδυνο για τις άγριες μέλισσες και τις μέλισσες.
Συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA – ΕΑΑΤ) ενημέρωσε τις αξιολογήσεις κινδύνου για τρία νεονικοτινοειδή – κλοθειανιδίνη, ιμιδακλοπρίδη και θειομεθοξάμη – τα οποία επί του παρόντος υπόκεινται σε περιορισμούς στην ΕΕ λόγω της απειλής που ενέχουν για τις μέλισσες.
Αυτά τα νέα συμπεράσματα επικαιροποιούν αυτά που δημοσιεύθηκαν το 2013, μετά την οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέβαλε ελέγχους στη χρήση των ουσιών.
Για τις νέες αξιολογήσεις, οι οποίες καλύπτουν αυτή τη φορά άγριες μέλισσες – μέλισσες και μοναχικές μέλισσες – καθώς και μέλισσες, η μονάδα φυτοφαρμάκων της EFSA πραγματοποίησε εκτεταμένη διαδικασία συλλογής δεδομένων, συμπεριλαμβανομένης συστηματικής βιβλιογραφικής ανασκόπησης, για να συγκεντρώσει όλα τα επιστημονικά στοιχεία που δημοσιεύθηκαν από τις προηγούμενες αξιολογήσεις.
Η ομάδα εφάρμοσε επίσης το έγγραφο καθοδήγησης που ανέπτυξε η ΕΑΑΤ ειδικά για την εκτίμηση επικινδυνότητας των φυτοφαρμάκων και των μελισσών.
Ο Jose Tarazona, επικεφαλής της μονάδας φυτοφαρμάκων της EFSA, δήλωσε: «Η διαθεσιμότητα τόσο σημαντικών δεδομένων όσο και η καθοδήγηση μας επέτρεψε να καταλήξουμε σε πολύ λεπτομερή συμπεράσματα.
«Υπάρχουν διαφορές στα συμπεράσματα, εξαιτίας παραγόντων όπως τα είδη των μελισσών, η προβλεπόμενη χρήση του φυτοφαρμάκου και η οδός έκθεσης. Έχουν εντοπιστεί μερικοί χαμηλοί κίνδυνοι, αλλά συνολικά επιβεβαιώνεται ο κίνδυνος για τους τρεις τύπους μελισσών που αξιολογήσαμε».
Η EFSA ολοκλήρωσε τα συμπεράσματά της μετά από δύο ξεχωριστές διαβουλεύσεις με εμπειρογνώμονες για τα φυτοφάρμακα στα κράτη μέλη της ΕΕ. Οι εμπειρογνώμονες υποστήριξαν τα συμπεράσματα. Όπως και με τις προηγούμενες εκτιμήσεις, η έκθεση των μελισσών στις ουσίες αξιολογήθηκε με τρεις τρόπους: τα υπολείμματα στη γύρη των μελισσών και το νέκταρ. σκόνη κατά τη σπορά/εφαρμογή των επεξεργασμένων σπόρων και την κατανάλωση νερού.
Τα συμπεράσματα της ΕΑΑΤ θα κοινοποιηθούν στους διαχειριστές κινδύνου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και των κρατών μελών, οι οποίοι θα εξετάσουν ενδεχόμενες τροποποιήσεις των σημερινών περιορισμών στη χρήση αυτών των φυτοφαρμάκων.