εγγραφείτε: Άρθρα

leader

Επιπτώσεις των Συμφωνιών Ελεύθερου Εμπορίου στη Γεωργία της ΕΕ

0 comments

 

 

 
Πριν από λίγες ημέρες, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έδωσε στη δημοσιότητα μια μελέτη για τις  οικονομικές επιπτώσεις των μελλοντικών εμπορικών συμφωνιών στην Ευρωπαϊκή Γεωργία, η οποία εκφράζει την άποψη της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και καθόλου την άποψη του αγροτικού κόσμου της ΕΕ και των πολιτών – καταναλωτών.
 
 
 
 
Η μελέτη, η οποία ήταν το αποτέλεσμα της δέσμευσης του αρμόδιου Επιτρόπου στην συνεδρίαση του Αγροτικού Συμβουλίου της 15 Φεβρουαρίου 2016, αναλύει σωρευτικά την οικονομική επίπτωση των δυνητικών συνεχιζόμενων και επερχόμενων συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου ανάμεσα στην ΕΕ και στις 12 συνεργαζόμενες χώρες (ΗΠΑ, Καναδάς, χώρες μέλη της Λατινικής Αμερικής, Aυστραλίας, Ν. Ζηλανδίας, Ιαπωνίας, Βιετνάμ, Ταιλάνδης, Τουρκίας, Μεξικού, Φιλιππίνες και Ινδονησία) στον Αγροτικό τομέα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. 

Αυτές οι 12 συμφωνίες αντιπροσωπεύουν ένα σημαντικό δείγμα των πρωτοβουλιών της ατζέντας των συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου της ΕΕ και ένα καλό μίγμα αμυντικών και επιθετικών διαπραγματεύσεων  για τον αγροτικό τομέα της ΕΕ ως σύνολο.

Το αποτέλεσμα της μελέτης δείχνει ισορροπημένες σωρευτικές επιπτώσεις όσον αφορά το εμπόριο, την παραγωγή και τις τιμές παραγωγού για τον αγροτικό τομέα της ΕΕ συνολικά. Ωστόσο υπάρχουν σημαντικές διαφορές σε επίπεδο τομέων, με κάποιους από αυτούς να δείχνουν αξιόλογο δυναμικό για επιπλέον εξαγωγές και άλλους τομείς δυνητικά να είναι υπό πίεση. Περιληπτικά, για τα γαλακτοκομικά προϊόντα της ΕΕ ειδικά για τα τυριά και σκόνες άπαχου γάλακτος και για το χοιρινό κρέας οι προοπτικές εμφανίζονται ευνοϊκές, με σημαντικό αυξητικό ρυθμό σε εξαγωγές, παραγωγή και τιμές παραγωγού. Ειδικά για το χοιρινό η ανάλυση δείχνει ότι τα αναμενόμενα κέρδη θα μπορούσαν να μειωθούν από τους ανταγωνιστές της ΕΕ στην TPP, έτσι εμφανίζεται σημαντικό η ΕΕ να αποδεχθεί το λιγότερο την ίδια προτιμησιακή μεταχείριση στις Ασιατικές αγορές. Ένας αριθμός από άλλα προϊόντα ωφελούνται από το άνοιγμα του εμπορίου στα δημητριακά και ειδικά στο σιτάρι, καθώς και στα υψηλότερης αξίας τρόφιμα, όπως τα ποτά.

To εμπόριο είναι σημαντικό στην Ευρωπαϊκή οικονομία. Η Ευρωπαϊκή Ένωση εξάγει σχεδόν τόσα προϊόντα όσο και η Κίνα και περισσότερα από τις ΗΠΑ και οποιαδήποτε άλλη χώρα. Στον αγροδιατροφικό τομέα ειδικά η ΕΕ είναι ο κύριος παίκτης στις διεθνείς αγορές. Για πολλά χρόνια η ΕΕ ήταν ο κύριος εισαγωγέας αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, κυρίως με μεγάλες εισαγωγές πρώτων υλών  για την παραγωγή κρεάτων και τροφίμων στην ΕΕ. Από το 2013 η ΕΕ έγινε ο μεγαλύτερος παγκόσμια εξαγωγέας αγροτικών προϊόντων και τροφίμων σε βάρος των ΗΠΑ. Το 2010 η ΕΕ μετατράπηκε σε καθαρό εξαγωγέα και από τότε έχει εμπορικό πλεόνασμα στα τρόφιμα. Ευρείες μεταρρυθμίσεις της ΚΑΠ επέτρεψαν τον αγροδιατροφικό τομέα της ΕΕ να κερδίσει ανταγωνιστικότητα στις διεθνείς αγορές και να μετατραπεί από επιδοτούμενες εξαγωγές σε μη επιδοτούμενες εξαγωγές με προσανατολισμό τους καταναλωτές, με υψηλή προστιθέμενη αξία. Η εμπορική πολιτική της ΕΕ αν και πρόσφατα ολοκλήρωσε τις εμπορικές συμφωνίες με χώρες της Λατινικής Αμερικής, Ασίας, Ευρώπης και Αφρικής, έχει περισσότερο συμβάλλει στην παραπάνω απόδοση.

Οι διεθνείς αγορές γίνονται όλο και περισσότερο σημαντικές για την ανάπτυξη της Γεωργίας της ΕΕ, για το αγροτικό εισόδημα καθώς και είναι σημαντικές για την δημιουργία θέσεων εργασίας.

Από την μια πλευρά η επέκταση ευκαιριών στην εσωτερική αγορά εμφανίζεται περιορισμένη λόγω της οικονομικής ύφεσης, της γήρανσης του πληθυσμού, του κορεσμού της κατανάλωσης και της αλλαγής των διατροφικών προτιμήσεων. Από το άλλο μέρος οι προβλέψεις της αγοράς δείχνουν ευνοϊκή ανάπτυξη της ζήτησης εξαγωγών. Πράγματι ενώ οι ανεπτυγμένες χώρες παραμένουν μια σημαντική διέξοδος οι αναδυόμενες οικονομίες και μία αυξανόμενη μεσαία τάξη σε πολλές υπανάπτυκτες χώρες στην Ασία και στην υπο-Σαχάρια Αφρική αναμένεται να αναδείξουν ευκαιρίες για εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και τροφίμων λόγω της αύξησης του πληθυσμού και της αγοραστικής δύναμης, ξεπερνώντας την ΕΕ και άλλες ανεπτυγμένες οικονομίες και με τα πρότυπα διατροφής μετακινούμενα σε κατανάλωση περισσότερου κρέατος και γαλακτοκομικών. Έχοντας αυτά τα δεδομένα στο μυαλό η αγροτική παραγωγή σε αυτές τις χώρες αναμένεται να αυξηθεί σε μικρότερο βαθμό από ότι η ζήτηση. Για να αξιοποιήσει στο έπακρο η ΕΕ αυτές τις ευκαιρίες η ΕΕ και οι παραγωγοί της χρειάζονται περισσότερο ανοιχτές αγορές και πιο σταθερές εμπορικές σχέσεις.

Ενώ οι διαπραγματεύσεις στον ΠΟΕ μάχονται να πετύχουν συγκεκριμένα αποτελέσματα σχετικά με την αύξηση της πρόσβασης στην αγορά, οι περισσότερες χώρες είναι δεσμευμένες σε έναν αριθμό διμερών και περιφερειακών συμφωνιών ελεύθερου εμπορίου, με διάφορους εταίρους, με στόχο να πετύχουν έναν υψηλότερο βαθμό αμοιβαίας  φιλελευθεροποίησης και μείωσης των δασμών και έτσι να βελτιώσουν την πρόσβαση στις αγορές άλλων χωρών. Αυτές οι εμπορικές συμφωνίες είναι τώρα γενικά πιο φιλόδοξες με γενικό πεδίο εφαρμογής σε σύγκριση με πριν μια δεκαετία. Η ΕΕ ακολούθησε αυτήν την πολιτική για προτιμησιακές εμπορικές συμφωνίες τα τελευταία χρόνια.

Σχετικά με τον αγροτικό τομέα, οι διάφορες συμφωνίες μόλις εφαρμοστούν θα ανοίξουν νέες ευκαιρίες για εξαγωγές αγροτικών προϊόντων και τροφίμων, αλλά επίσης θα επιτρέψουν και περισσότερες εισαγωγές. Ενώ αυτό θα είναι ένα πλεονέκτημα για τους καταναλωτές και για τους παραγωγούς που θα κάνουν χρήση πρώτων υλών, οι υψηλότερες εισαγωγές θα οδηγήσουν σε αυξανόμενο ανταγωνισμό στις τοπικές αγορές αγροδιατροφικών προϊόντων. Λαμβάνοντας υπόψιν αυτό η ΕΕ έχει κάποια ευαίσθητα προϊόντα, ειδικά στις συνομιλίες με αγροτικές παραγωγές χώρες εξαγωγικές. Στοχεύοντας να οικοδομήσουμε μια συνεκτική αγροτική πολιτική στην ΕΕ, οι διαπραγματευτές της ΕΕ πρέπει να διασφαλίσουν την συνέπεια και συνοχή ανάμεσα στις διαφορετικές εμπορικές συμφωνίες για να περιορίσουν δυνητικά αρνητικές επιπτώσεις σε ευαίσθητα προϊόντα της ΕΕ. ΄Αρα η ΕΕ πρέπει να προβεί σε τυχόν παραχωρήσεις προκειμένου να διασφαλίσει την ισορροπία των διμερών συμφωνιών και του εξαγωγικού της εμπορίου.

Σχόλιο: 
Ακριβώς από το σημείο αυτό, δηλαδή στις παραχωρήσεις αρχίζουν τα προβλήματα με τις διατλαντικές συμφωνίες ελεύθερου εμπορίου. Σε επόμενες δημοσιεύσεις θα παρουσιάσουμε τις επιπτώσεις ανά κατηγορία προϊόντων και τους κινδύνους που έχουν για την αγροτικό τομέα, την ασφάλεια των τροφίμων και το περιβάλλον.