εγγραφείτε: Άρθρα
εύρεση
Οι Ανακατατάξεις στην Παραγωγή και στις Αγροτικές Εισροές το 2017
Τα διεθνή οικονομικά δεδομένα θα συνεχίσουν να πιέζουν τις τιμές παραγωγού και τα αγροτικά εισοδήματα τους προσεχείς μήνες, ενώ αστάθμητοι παράγοντες, όπως οι ζωονόσοι, μπορεί να καθορίσουν την πορεία συγκεκριμένων κλάδων.
Ωστόσο, καταλυτικές αναμένονται οι επιπτώσεις τόσο των διεργασιών που συντελούνται στο εσωτερικό των μεγάλων εταιρειών των εισροών, όσο και του βαθμού αποδοχής και διάδοσης κάποιων τεχνολογιών.
Πολλοί είναι εκείνοι που κρίνουν ότι η ύφεση και η στασιμότητα του παγκόσμιου εμπορίου αγροτικών προϊόντων και τροφίμων δεν μπορεί να συνεχιστεί επί μακρόν και χωρίς επώδυνες επιπτώσεις. Ήδη, σε Ευρώπη και ΗΠΑ, τα αγροτικά εισοδήματα των μεγάλων καλλιεργειών και μεγάλων κλάδων της κτηνοτροφίας μειώθηκαν ή παραμένουν καθηλωμένα για τρίτη συνεχή χρονιά. Οι οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις είναι εμφανείς. Ένας αυξανόμενος αριθμός μικρών εκμεταλλεύσεων, αλλά σε πολλές περιπτώσεις και μεσαίων, οι κάτοχοι των οποίων δεν έχουν παράλληλη εξωγεωργική απασχόληση, εγκαταλείπουν τον πρωτογενή τομέα. Η εξέλιξη αυτή επηρεάζει ακόμη και τα εσωτερικά πολιτικά δεδομένα σε Ευρώπη και ΗΠΑ. Σε όλα τα παραπάνω συμβάλλει και η έλλειψη ρευστότητας ή παροχής εξειδικευμένης αγροτικής πίστης. Αντίθετα, σε χώρες που δεν υπάρχει αυτό το πρόβλημα, εμφανίζεται έντονα η αδυναμία έγκαιρης αποπληρωμής των δανείων. Στις ΗΠΑ για παράδειγμα, υπολογίζεται ότι αν δεν ανατραπεί άμεσα η μείωση των εισοδημάτων, το 50% των αγροτών δανειοληπτών θα αναγκαστεί να προβεί σε ρυθμίσεις αποπληρωμής. Το ποσοστό της υπερχρέωσης, με βάση τα σημερινά οικονομικά δεδομένα, είναι μεγαλύτερο στη Βρετανία.
Για τους λόγους αυτούς, οι ευρωπαϊκές αγροτικές οργανώσεις θέτουν ως πολιτικές υψηλής προτεραιότητας, τη θέσπιση έκτακτων μέτρων, όπως των προσφάτων που αφορούσαν το γάλα, την στήριξη των συνεταιρισμών και άλλων συλλογικών δομών, την αντιμετώπιση των επιπτώσεων του ρωσικού εμπάργκο κ.λπ. Στα πλαίσια αυτά, χαιρέτισαν και την πρόσφατη ομόφωνη απόφαση του Συμβουλίου Υπουργών Γεωργίας για την άμεση θέσπιση νομοθεσίας που θα αντιμετωπίζει τις αθέμιτες εμπορικές πρακτικές που υπάρχουν στην αγροδιατροφική αλυσίδα.
Μια δεύτερη κατηγορία θεμάτων που αναμένεται να επηρεάσει τις αγροτικές εξελίξεις αφορά κλαδικά, ειδικά ζητήματα που ενδιαφέρουν και την Ελλάδα. Η εξάπλωση της γρίπης των πτηνών σε πάνω από δέκα χώρες, η εμφάνιση νέων κρουσμάτων οζώδους δερματίτιδας, αποτελούν απρόβλεπτες απειλές της ζωικής παραγωγής. Αντίθετα, οι δυσλειτουργίες του κράτους και η αδυναμία του να αντιμετωπίσει την τριστέτσα στα εσπεριδοειδή ή τον δάκο στην ελαιοκαλλιέργεια, αποτελούν παραδείγματα απειλών για τη φυτική.
Οι εξελίξεις
Η προηγούμενη περίοδος χαρακτηρίστηκε από έντονα φαινόμενα εξαγορών και συγχωνεύσεων επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στις αγροτικές εισροές. Τα φαινόμενα αυτά αναμένεται να ενταθούν ή να ολοκληρωθούν τους επόμενους μήνες, κυρίως στους κλάδους των ζωοτροφών, των φυτοφαρμάκων και των σπόρων.
Στους κλάδους των ζωοτροφών, έχουν καταγραφεί, το 2016, πάνω από 100 εξαγορές ή συγχωνεύσεις επιχειρήσεων που λειτουργούν σε διεθνές επίπεδο, ενώ αρκετές από αυτές επηρεάζουν άμεσα ή έμμεσα και την κατάσταση στην Ελλάδα. Το φαινόμενο που συχνά παρατηρείται είναι οι σχετικά μεγάλες εταιρείες ζωοτροφών να εξαγοράζουν είτε μικρότερες της ίδιας παραγωγικής κατεύθυνσης, ώστε να διευρύνουν το μερίδιο αγοράς, είτε εξειδικευμένων προϊόντων, όπως τα πρόσθετα, είτε, τέλος, επιχειρήσεις εκτροφών και επεξεργασίας κρεάτων.
Σε ό,τι αφορά τα αγροχημικά και τους σπόρους, αν υλοποιηθούν οι εξελίξεις που έχουν ήδη δρομολογηθεί, οι ανατροπές θα είναι καταλυτικές. Μετά από τις εκατοντάδες επιχειρήσεις που παρήγαγαν προϊόντα και γνώση στους τομείς αυτούς πριν μερικά χρόνια, φτάσαμε πρόσφατα στην επικράτηση επτά εταιρειών. Η εξαγορά των τριών από αυτές από τις υπόλοιπες και η δημιουργία των Ομίλων Bayer/Monsanto, DuPont/Dow, Agrochem China/Syngenta, και της ελεύθερης, προς το παρόν, BASF, αλλάζει τα παγκόσμια δεδομένα.
Οι φόβοι που διατυπώνονται αφορούν τη μείωση της επιθυμίας και της ανάγκης να καινοτομούν, την απώλεια δραστικών ουσιών ή παραγωγής σύγχρονων φυτοφαρμάκων, -ειδικά σε μικρής σημασίας προϊόντα όπως για παράδειγμα τις Μεσογειακές καλλιέργειες- και την έλλειψη ανταγωνισμού, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Σε αυτά προστίθενται και φόβοι που αφορούν τα επίπεδα τιμών που θα καταβάλλουν οι παραγωγοί, καθώς επίσης και η κατεύθυνση υπέρ κάποιων τεχνολογιών και εις βάρος κάποιων άλλων.
Δεν είναι τυχαίο ότι τα θέματα αυτά απασχολούν την ΕΕ, κυβερνήσεις ευρωπαϊκών χωρών ή των ΗΠΑ, συχνά βέβαια για διαφορετικούς λόγους. Η εξαγορά της Ελβετικής Syngenta από την Agrochem, για παράδειγμα, τρομάζει για την απόκτηση εξαιρετικά προηγμένης τεχνολογίας από την Κίνα. Αντίθετα, πολλοί είναι εκείνοι στις ΗΠΑ που θέλουν να εμποδίσουν την εξαγορά της Monsanto από τον γερμανικό κολοσσό της Bayer. Τέλος, αξίζει να τονιστεί ότι η αγροτική οργάνωση που πρωτοστάτησε στην ανάδειξη των διαφαινόμενων κινδύνων είναι αυτή της Ολλανδίας, που έχει ως μέλη της κατά τεκμήριο πιο καινοτόμους αγρότες της Ευρώπης.
Οι Γενετικά Τροποποιημένοι Οργανισμοί
Η χρονιά που έφυγε, χαρακτηρίστηκε από την έντονη διαμάχη για το ζήτημα του glyphosate, δηλαδή της δραστικής ουσίας που σχετίζεται με την καλλιέργεια μεταλλαγμένων και αποτελεί το πιο διαδεδομένο ζιζανιοκτόνο. Ο χαρακτηρισμός του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας, ότι η ουσία είναι «πιθανώς καρκινογόνος», οδήγησε σε έντονες αντιπαραθέσεις μεταξύ οργανώσεων πολιτών, επαγγελματικών φορέων, επιχειρήσεων, με άμεση επίπτωση στο πολιτικό οικοδόμημα. Έτσι, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αρχικά πρότεινε την ανανέωση της άδειας κυκλοφορίας του προϊόντος για 15 χρόνια, ενώ μετά από κινητοποιήσεις και διαμαρτυρίες, τη μείωσε στα 10. Οι αντιδράσεις αρκετών κρατών – μελών οδήγησαν σε νέα πρόταση μείωσης στα 5 έτη και τελικά επήλθε ένας συμβιβασμός στους 18 μήνες, όταν το θέμα θα επανεξεταστεί.
Εάν τα παραπάνω είναι συνηθισμένα φαινόμενα στην Ευρώπη, αποτελεί έκπληξη, με άγνωστες μέχρι στιγμής προεκτάσεις, οι αλλαγές που παρατηρούνται στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Το δόγμα ότι η «επιστήμη πρέπει να υπαγορεύει τι είναι ασφαλές για κατανάλωση» που έχει παγιωθεί στη χώρα αυτή, απειλείται έμμεσα από την αλματώδη ανάπτυξη της κατανάλωσης βιολογικών (πρώτη χώρα παγκοσμίως), αλλά και των «μη μεταλλαγμένων τροφίμων». Και στη χώρα αυτή, φαίνεται να ωριμάζει ίσως σε κάποιους κύκλους η ιδέα ότι δεν μπορεί το σύνολο της βιομηχανίας τροφίμων να χρεώνεται διατροφικούς κινδύνους και απειλές, από τους οποίους τελικά κερδίζει μία πολύ μικρή ομάδα εταιρειών.
Ενδεικτική αυτής της πιθανής αλλαγής κλίματος είναι η αρθρογραφία της εφημερίδας των New York Times. Πριν δύο μήνες, η εφημερίδα δημοσίευσε κεντρικό άρθρο – έρευνα που ανατρέπει τα επιχειρήματα ότι τα γενετικά τροποποιημένα συμβάλλουν στην αύξηση της γεωργικής παραγωγικότητας. Πριν λίγες ημέρες, συχνά ταυτιζόμενη με τα επιχειρήματα μεγάλων μη-κυβερνητικών οργανώσεων, αναφέρθηκε εκτενώς στο θέμα της απασχόλησης υψηλόβαθμων στελεχών που αποχώρησαν από κρατικές ελεγκτικές θέσεις, για να σταδιοδρομήσουν σε εταιρείες παραγωγής γενετικά τροποποιημένων προϊόντων.