εγγραφείτε: Άρθρα

leader

Υλικά Συσκευασίας των Τροφίμων

0 comments

 

 

 

 
Η εφαρμογή του Κανονισμού για τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα είναι ένα από τα θέματα που συζητήθηκαν στις 5 Οκτωβρίου στην ολομέλεια του ευρωκοινοβουλίου στο Στρασβούργο. 
 
 
 
 
Πρόκειται για μία πρόταση ψηφίσματος που πέρασε με πλειοψηφία τον Ιούλιο από την Επιτροπή Περιβάλλοντος, Δημόσιας Υγείας και Ασφάλειας των Τροφίμων (ENVI) με την οποία οι ευρωβουλευτές εισηγούνται ειδικές και επικαιροποιημένες μέριμνες για την εφαρμογή του Κανονισμού (ΕΚ) 1935/2004 ο οποίος απαριθμεί 17 υλικά και αντικείμενα που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα και τα οποία μπορούν να ρυθμιστούν με ειδικά μέτρα. Στην πραγματικότητα, από τα 17, μόνο 4 υλικά υπόκεινται σε ειδικά μέτρα της Ε.Ε: πλαστικά (συμπεριλαμβανομένων των ανακυκλωμένων πλαστικών), κεραμικά, αναγεννημένη κυτταρίνη, και τα ενεργά και νοήμονα υλικά.

Επειδή τα υλικά που δεν ρυθμίζονται από ειδικά μέτρα της Ε.Ε. μπορεί να αποτελέσουν κίνδυνο για τη δημόσια υγεία και να οδηγήσουν σε απώλεια της εμπιστοσύνης των καταναλωτών, ανασφάλεια δικαίου και αυξημένο κόστος συμμόρφωσης για τις επιχειρήσεις –που συχνά μετακυλίεται στους καταναλωτές σε μεταγενέστερο στάδιο της αλυσίδας εφοδιασμού– εμποδίζοντας έτσι την ανταγωνιστικότητα και την καινοτομία, αλλά και επειδή όλοι οι ενδιαφερόμενοι συμφωνούν σε μεγάλο βαθμό ότι η έλλειψη ενιαίων μέτρων είναι επιζήμια για τη δημόσια υγεία, την προστασία του περιβάλλοντος και για την ομαλή λειτουργία της εσωτερικής αγοράς, η επιτροπή ENVI (Environment – Περιβάλλον) επισημαίνει ότι το ισχύον πρότυπο για την αξιολόγηση της ασφάλειας των υλικών που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα είναι ανεπαρκές.
 
Μεταξύ όλων των άλλων, η σχετική έκθεση που συνοδεύει και αιτιολογεί την πρόταση ψηφίσματος, αναφέρει ότι:
 
– Αποτελεί μείζονα εντοπισμένη πρόκληση ότι ορισμένες από τις ουσίες που υπάρχουν στα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα δεν έχουν αυτή τη στιγμή αξιολογηθεί. Ειδικότερα, αυτή είναι η περίπτωση για τις αποκαλούμενες «ακούσια προστιθέμενες ουσίες» («NIAS») οι οποίες είναι προσμίξεις από τις σκόπιμα προστιθέμενες ουσίες ή ουσίες που προέρχονται από χημικές αντιδράσεις (όπως προϊόντα αποσύνθεσης ή υποπροϊόντα που σχηματίζονται κατά την παραγωγική διαδικασία), που υπάρχουν στο τελικό υλικό. Ως ένα βαθμό, η παρουσία των NIAS σε FCM μπορεί να προβλεφθεί, αλλά αυτό είναι δυνατό μόνο εάν οι σκοπίμως προστιθέμενες ουσίες, οι προσμίξεις και οι συνθήκες επεξεργασίας είναι γνωστές. Για τους λόγους αυτούς, είναι σημαντικό να υπάρχει πλήρης ενημέρωση από τους κατασκευαστές / μεταποιητές υλικών που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα, και καλή συνεργασία μεταξύ των επιστημονικών φορέων και των εργαστηρίων σε όλα τα κράτη μέλη.
 
– Επιπλέον, στην τρέχουσα διαδικασία αξιολόγησης του κινδύνου της, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) δεν λαμβάνει υπόψη το λεγόμενο «φαινόμενο κοκτέιλ» (που προκύπτει από χημικές ουσίες με παρόμοια τοξικολογικά τελικά σημεία ενεργώντας από κοινού) και τις πολλαπλές εκθέσεις (που προκύπτουν από χημικές ουσίες – ακόμη και σε χαμηλές δόσεις – από διαφορετικές πηγές). Αυτό θα πρέπει, ωστόσο, να εξεταστεί από την EFSA στο μέλλον. Σύμφωνα με έναν από τους κύριους στόχους του κανονισμού (ΕΚ) αριθ. 1935/2004, δηλαδή την προστασία της ανθρώπινης υγείας, η Επιτροπή θα πρέπει επίσης να εξετάσει τις συνέπειες του «φαινομένου κοκτέιλ» και των πολλαπλών εκθέσεων κατά τον καθορισμό ορίων μετανάστευσης που θεωρούνται ασφαλή για την ανθρώπινη υγεία.
 
– Ένας άλλος τομέας που πρέπει να ενισχυθεί και να βελτιωθεί είναι η ισχύουσα νομοθεσία για την ιχνηλασιμότητα. Η ιχνηλασιμότητα όλων των υλικών που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα πρέπει να εξασφαλίζεται σε όλη την αλυσίδα εφοδιασμού, προκειμένου να διευκολυνθούν οι σωστοί έλεγχοι. Τα ίδια πρότυπα για την ιχνηλασιμότητα και τη συμμόρφωση πρέπει να ισχύουν για υλικά που εισάγονται από τρίτες χώρες. Ωστόσο, όπως και για την ομάδα υλικών που αποτελούν αντικείμενα εμπορίας εντός της Ε.Ε., τα στοιχεία δείχνουν ότι σε πολλά κράτη μέλη σήμερα, η τεκμηρίωση που πρέπει να συνοδεύει τα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα και τα οποία διατίθενται στην αγορά της Ε.Ε., συχνά είτε δεν είναι διαθέσιμα είτε είναι ελλιπή.
 
– Σε σχέση με τους ελέγχους, φαίνεται ότι μόνο ορισμένα κράτη μέλη διενεργούν ελέγχους σε τακτική βάση, σύμφωνα με τον κανονισμό 882/2004 όσον αφορά τους επίσημους ελέγχους στα τρόφιμα και τις ζωοτροφές, ενώ άλλα διενεργούν ελέγχους από καιρό σε καιρό. Ένα ακόμη εύρημα είναι ότι ορισμένα κράτη μέλη δεν απαιτούν καν από τις εταιρείες που παράγουν ή εισάγουν υλικά τα οποία έρχονται σε επαφή με τρόφιμα, να καταχωρίζουν επισήμως την επιχειρηματική τους δραστηριότητα, γεγονός που αποτελεί σημαντικό εμπόδιο για την εφαρμογή των κατάλληλων ελέγχων.
 
Οι εισηγητές του ψηφίσματος, θεωρούν ότι είναι απαραίτητη η ανάληψη δράσης σε επίπεδο Ε.Ε. για την αντιμετώπιση της έλλειψης συγκεκριμένων μέτρων και για τα κενά στην αξιολόγηση των κινδύνων, την ιχνηλασιμότητα, την τήρηση και τον έλεγχο.
 
Οι εισηγητές του ψηφίσματος δεν αφήνουν «εκτός βολής» και τη νανοτεχνολογία. «Λαμβάνοντας υπόψη ότι υπάρχουν αμφιβολίες που πηγάζουν από τη δυσκολία χαρακτηρισμού, εντοπισμού και μέτρησης των νανοϋλικών στα τρόφιμα και στις βιολογικές μήτρες, καθώς και από την περιορισμένη διαθεσιμότητα τοξικολογικών δεδομένων και μεθόδων ελέγχου καλεί την Επιτροπή να θεσπίσει υποχρεωτική σήμανση της σκόπιμης παρουσίας νανοϋλικών στα υλικά που έρχονται σε επαφή με τρόφιμα και να καθιερώσει υποχρεωτική σήμανση της σύνθεσης των FCM τα οποία χρησιμοποιούνται για βιολογικά προϊόντα και για προϊόντα που προορίζονται για κρίσιμες ομάδες» αναφέρεται στο ψήφισμα.
 
Αν το ψήφισμα εγκριθεί στην ολομέλεια, ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου θα το διαβιβάσει στο Συμβούλιο, στην Κομισιόν, καθώς και στις κυβερνήσεις και τα κοινοβούλια των κρατών μελών.