εγγραφείτε: Άρθρα
εύρεση
Έρευνα του ΚΕΠΕ για τον Αγροτικό Τομέα
Σημαντικά πλεονεκτήματα σε σειρά κλάδων του αγροτικού τομέα έχει η Ελλάδα, σύμφωνα με έρευνα που παρουσίασε το ΚΕΠΕ.
Η έρευνα του ΚΕΠΕ αναδεικνύει τομείς στους οποίους η Ελλάδα μπορεί να επενδύσει για να κερδίσει τις αγορές εξωτερικού. Ποια είναι τα δυνατά χαρτιά στη μάχη των εξαγωγών; Που μπορεί να στηριχθεί η οικονομία στον τομέα των υπηρεσιών;
Από την ανάλυση που πραγματοποιήθηκε προέκυψε ότι στον τομέα των αγαθών η Ελλάδα φαίνεται να παρουσιάζει σταθερό συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι της ΕΕ-28 σε 29 από τους 97 διψήφιους κλάδους της διεθνούς ταξινόμησης αγαθών HS.
Σύμφωνα με την έρευνα που φιλοξενείται στο «Μηνιαίο Δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων», ενθαρρυντικό είναι επίσης και το γεγονός ότι κλάδοι που δεν καταγράφουν συγκριτικά πλεονεκτήματα, παρουσιάζουν συστηματικά υψηλά μερίδια στις εξαγωγές καταδεικνύοντας μία σχετική δυναμική.
Από την άλλη πλευρά, στον τομέα των υπηρεσιών αξιόλογα πλεονεκτήματα παρατηρούνται συστηματικά στον τουρισμό και τις μεταφορές, ενώ το 2012 και ο κλάδος των κατασκευών φαίνεται να κερδίζει έδαφος στη διεθνή ανταγωνιστικότητα.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές «η μεθοδολογία που χρησιμοποιείται για τον σκοπό αυτό συνίσταται στον υπολογισμό τριών ευρέως χρησιμοποιούμενων στη διεθνή βιβλιογραφία δεικτών “αποκαλυφθέντος συγκριτικού πλεονεκτήματος”, δηλαδή των δεικτών Balassa (1965), Vollrath (1991) και Έντασης Εμπορίου (ΚΕΠΕ, 2011). Τιμές του δείκτη Balassa άνω της μονάδας καταδεικνύουν συγκριτικό πλεονέκτημα στον κλάδο. Αντίστοιχα, οι θετικές τιμές του δείκτη Vollrath υποδηλώνουν πλεονέκτημα. O δείκτης Έντασης Εμπορίου αποτελεί ένδειξη συγκριτικού πλεονεκτήματος στον κλάδο για τιμές μεγαλύτερες του μηδενός».
Έτσι, συγκριτικά πλεονεκτήματα για την Ελλάδα έναντι της ΕΕ-28 εντοπίζονται κυρίως σε τομείς που σχετίζονται με την πρωτογενή παραγωγή, τα τρόφιμα, τα γουναρικά, τα ορυκτά, τη διύλιση πετρελαίου, τη βιομηχανία μετάλλων, τα χημικά προϊόντα και την κλωστοϋφαντουργία και ένδυση.
Ειδικότερα, στους τομείς των μεταποιημένων και μη αγροτικών προϊόντων και των τροφίμων, τα ισχυρότερα πλεονεκτήματα παρατηρούνται:
• στο βαμβάκι, το οποίο εξάγεται στο μεγαλύτερο μέρος του μη επεξεργασμένο και σε μικρότερη κλίμακα στη μορφή νήματος,
• στον κλάδο των παρασκευασμάτων διατροφής από λαχανικά και φρούτα, όπου πρωταγωνιστούν οι κονσέρβες φρούτων (ιδιαίτερα ροδάκινου) και λαχανικών, οι ελιές και δευτερευόντως οι μαρμελάδες,
• στον κλάδο των αλιευμάτων, και ειδικότερα των αλιευμάτων ιχθυοκαλλιέργειας,
• στον κλάδο των φρούτων, με πρώτα σε εξαγωγές τα εσπεριδοειδή, τα σταφύλια/ σταφίδες,
τα ροδάκινα, τα ακτινίδια και τα καρπούζια,
• στον καπνό όπου οι εξαγωγές ανεπεξέργαστου καπνού υπερβαίνουν ελαφρά τις εξαγωγές
τσιγάρων/λοιπών καπνικών προϊόντων,
• στα έλαια και λίπη και ιδιαίτερα στο ελαιόλαδο, όπου μεγάλες ποσότητες εξακολουθούν
να εξάγονται χωρίς ιδιαίτερη προστιθέμενη αξία,
• στη ζάχαρη και τα ζαχαρώδη προϊόντα,
• στα γαλακτοκομικά και ειδικότερα στα τυριά, και το γιαούρτι, και
• στα λαχανικά διαφόρων ειδών και στα κηπευτικά.
Όπως αναφέρουν οι αναλυτές του ΚΕΠΕ, από την παραπάνω ανάλυση των συγκριτικών πλεονεκτημάτων στον τομέα των αγαθών, είναι ενδεχομένως αντιληπτό ότι απουσιάζουν ορισμένοι κλάδοι που εμφανίζουν υψηλά μερίδια στις εξαγωγές. Τέτοιους κλάδους αποτελούν τα ηλεκτρικά μηχανήματα και τα φάρμακα, τα οποία καταλάμβαναν το 2012 την 3η και 4η θέση αντίστοιχα σε ύψος εξαγωγών μεταξύ των 97 εξεταζόμενων κλάδων.
Άλλα προϊόντα με επίσης μεγάλη εξαγωγική δραστηριότητα περιλαμβάνουν τα πλαστικά, τα προϊόντα σιδήρου και χάλυβα και τα αναψυκτικά-κρασιά. Όλα τα εν λόγω προϊόντα δεν διαθέτουν μεν τύποις συγκριτικό πλεονέκτημα, τουλάχιστον έναντι της ΕΕ-28, αλλά στη βάση των μέχρι σήμερα εξαγωγικών τους επιδόσεων διαφαίνεται ότι είναι σε θέση να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στις εξαγωγές της Ελλάδας και στο μέλλον.