εγγραφείτε: Άρθρα
εύρεση
Βοσκότοποι με Ξυλώδη Βλάστηση
Όταν τεθεί σε ισχύ η νέα ΚΑΠ, η Κομισιόν θα προσεγγίσει με ανοιχτό πνεύμα το θέμα των «μόνιμων βοσκότοπων», συμπεριλαμβάνοντας σε αυτούς και τις εκτάσεις με ξυλώδη βλάστηση, έστω κι αν σε αυτές δεν κυριαρχούν τα κτηνοτροφικά φυτά. Αυτό διευκρίνισε ο Επίτροπος Γεωργίας Ντατσιάν Τσιόλος, απαντώντας σε ερώτηση του ευρωβουλευτή Σπύρου Δανέλλη.
Η συμπερίληψη των εκτάσεων με ξυλώδη βλάστηση έχει ιδιαίτερη σημασία για τη χώρα μας, καθώς η ελληνική αιγοπροβατοτροφία σε μεγάλο ποσοστό αξιοποιεί τέτοιες θαμνώδεις εκτάσεις. Ειδικά στα πλαίσια της νέας ΚΑΠ, ο ορισμός των βοσκότοπων αποκτάει βαρύνουσα σημασία, καθώς πλέον θεωρούνται επιλέξιμες εκτάσεις και βάση για τον υπολογισμό των ενισχύσεων.
Στην απάντησή του προς τον κ. Δανέλλη, ο επίτροπος Τσιόλος υπενθυμίζει ότι στη νομοθετική πρότασή της τον Οκτώβριο 2011, «η Κομισιόν πρότεινε νέο ορισμό για τους μόνιμους βοσκότοπους». Με τον προτεινόμενο ορισμό, ο οποίος διευρύνει τον υφιστάμενο των «μόνιμων λειμώνων», είναι δυνατόν να θεωρείται μόνιμος βοσκότοπος, η γη στην οποία υπάρχουν μη ποώδη κτηνοτροφικά φυτά, εφόσον επικρατούν τα αγρωστώδη και λοιπά ποώδη κτηνοτροφικά φυτά».
Όμως ο Επίτροπος Γεωργίας πάει ένα βήμα παραπέρα, λέγοντας ότι η Κομισιόν επιδεικνύει ανοιχτό πνεύμα «όσον αφορά τη συμπλήρωση του προτεινόμενου ορισμού των μόνιμων βοσκότοπων με την πιθανή συμπερίληψη ορισμένων εκτάσεων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο εκτατικών παραδοσιακών κτηνοτροφικών/γεωργικών συστημάτων, με στόχο την αναγνώριση του σημαντικού ρόλου των εκτάσεων αυτών για τη βιοποικιλότητα και την πρόληψη της διάβρωσης του εδάφους και της ελευθέρωσης άνθρακα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί αν θεωρηθούν επιλέξιμες οι εκτάσεις, στις οποίες δεν επικρατούν παραδοσιακά τα αγρωστώδη και λοιπά ποώδη κτηνοτροφικά φυτά, ωστόσο παραμένουν κατάλληλα για βόσκηση και αποτελούν μέρος παραδοσιακών κτηνοτροφικών συστημάτων».
Σχολιάζοντας την απάντηση του επιτρόπου, ο Σπύρος Δανέλλης υπογραμμίζει «τη σημασία και από εθνικής πλευράς της έγκαιρης εξασφάλισης των συνθηκών, ώστε να υπολογιστούν αυτές οι εκτάσεις στα επιλέξιμα εκτάρια και να είναι σε θέση «ενεργοί αγρότες» το 2014 να ενεργοποιήσουν τα δικαιώματα ενίσχυσης γι’ αυτές τις νέες επιλέξιμες εκτάσεις».
Ο ακριβής τρόπος με τον οποίο θα υπολογίζονται στο μέλλον οι ενισχύσεις προς τους κτηνοτρόφους δεν έχει ξεκαθαριστεί ακόμα με κάθε λεπτομέρεια σε κοινοτικό επίπεδο. Ειδικά για τη χώρα μας, το θέμα είναι ακόμα πιο πολύπλοκο, καθώς μεγάλο μέρος των βοσκοτόπων είτε θεωρούνται δασικές εκτάσεις είτε δημόσιας χρήσης, και η κτηνοτροφική δραστηριότητα σε αυτούς συχνά είναι παράνομη ή μη αναγνωρισμένη από το κράτος.
Ένα άλλο ζήτημα είναι η διαφορετική αντίληψη για το τι είναι βοσκότοπος που υπάρχει στο Βορρά και στις μεσογειακές χώρες, ενώ τίθεται και θέμα με το πώς θα δίνονται οι ενισχύσεις στους βοσκότοπους μετά το 2013, αφού μέχρι τώρα υπήρχαν μεγάλες εκτάσεις που δεν συνυπολογίζονταν στο τελικό ποσό των ενισχύσεων, κυρίως γιατί τα δικαιώματα ορίζονταν με βάση το ζωικό κεφάλαιο και όχι τις εκτάσεις.
Όπως έχει ήδη γράψει η Agrenda, το σκεπτικό του υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, που μελέτησε το θέμα , έχει ως εξής: «Η μεταφορά πόρων από τους βοσκότοπους στις καλλιεργήσιμες εκτάσεις, που περιλαμβάνεται σε αρκετά από τα σενάρια που μελετήθηκαν, αιτιολογείται από τη σημαντικά μεγαλύτερη έκταση βοσκοτόπων που θα λαμβάνεται πλέον υπόψη στις άμεσες ενισχύσεις, από το 2013, σε σχέση με τη σημερινή κατάσταση. Παρά την ανάγκη ενθάρρυνσης της κτηνοτροφίας στην Ελλάδα, ένα υψηλό δικαίωμα ενίσχυσης στις εκτάσεις βοσκοτόπων μπορεί να οδηγήσει σε συγκέντρωση των ενισχύσεων, σε κερδοσκοπικές κινήσεις, σε μη ορθολογικές εξελίξεις στις αξίες γης και ιδιαίτερα των βοσκοτόπων. Σε κάθε περίπτωση, η ένταξη μεγάλων εκτάσεων βοσκοτόπων στις ενισχύσεις, που επιτρέπει η νέα ΚΑΠ, υπαγορεύει ένα ορθολογικό και διαφανές καθεστώς διαχείρισης των βοσκοτόπων από το 2014».
Γι’ αυτό και εμμέσως πλην σαφώς προτείνεται να υπάρχει ξεχωριστή ζώνη για τους βοσκότοπους, η οποία θα απολαμβάνει ενίσχυσης περίπου 15 ευρώ το στρέμμα, δηλαδή όσο προκύπτει και ο σημερινός μέσος όρος.
Δημοσιεύουμε ολόκληρη την ερώτηση από τον Σπύρο Δανέλλη (S&D), με αίτημα γραπτής απάντησης E-005268/2012 προς την Επιτροπή :
Άρθρο 117 του Κανονισμού
Θέμα: Ανάγκη τροποποίησης του ορισμού για τον όρο «μόνιμα λιβάδια»
Ένα από τα μέτρα της «οικολογικής διάστασης» είναι η διατήρηση των υφιστάμενων μόνιμων λιβαδιών που περιλαμβάνονται σε μια εκμετάλλευση. Ο ορισμός του όρου «μόνιμα λιβάδια» που προβλέπεται στο άρθρο 4 του προτεινόμενου κανονισμού για τις άμεσες ενισχύσεις (COM(2011)0625) περιορίζει την επιλεξιμότητα στα «αγρωστώδη ή άλλα ποώδη κτηνοτροφικά φυτά», εξαιρώντας κατ’ αυτό τον τρόπο από τις «πράσινες ενισχύσεις» κάθε έκταση γης με «μη ποώδη κτηνοτροφικά φυτά». Ωστόσο, η γη που χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη μη ποωδών κτηνοτροφικών φυτών με φυσικό τρόπο (αυτοφυή φυτά) χρησιμοποιείται ως επί το πλείστον στο πλαίσιο της εκτατικής εκτροφής αιγοειδών και προβατοειδών, σε αρκετές περιοχές της νότιας Ευρώπης, γεγονός που επίσης τείνει να ενισχύει τη βιοποικιλότητα.
1. Εάν ο στόχος του ανωτέρω μέτρου «οικολογικής διάστασης» είναι όντως η ενίσχυση της βιοποικιλότητας, τότε, μήπως θα έπρεπε να γίνεται αναφορά στη διατήρηση «μόνιμων βοσκοτόπων» και όχι «μόνιμων λιβαδιών» ούτως ώστε να αποκλεισθεί, στο πλαίσιο εφαρμογής της ΚΓΠ, κάθε πιθανότητα χορήγησης «πράσινων ενισχύσεων» στα ανοιχτά γήπεδα ποδοσφαίρου;
2. Αναγνωρίζει η Επιτροπή τη συμβολή των μη ποωδών κτηνοτροφικών φυτών, τα οποία αναπτύσσονται με φυσικό τρόπο, στην ενίσχυση της βιοποικιλότητας; Εάν όχι, μπορεί η Επιτροπή να παρουσιάσει τα αντεπιχειρήματά της; Εάν η Επιτροπή αναγνωρίζει την εν λόγω συμβολή, εξετάζει άραγε το ενδεχόμενο τροποποίησης του προτεινόμενου ορισμού για τα «μόνιμα λιβάδια» ούτως ώστε να μην αποκλεισθεί η γη που χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη μη ποωδών κτηνοτροφικών φυτών με φυσικό τρόπο (αυτοφυή φυτά) από τη χορήγηση «πράσινων ενισχύσεων»;
Η απάντηση του Επιτρόπου Ντατσιάν Τσιόλος για λογαριασμό της Κομισιόν
Στη νομοθετική πρότασή της τον Οκτώβριο 2011 όσον αφορά την ΚΓΠ με χρονικό ορίζοντα το 2020, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρότεινε νέο ορισμό για τους «μόνιμους βοσκότοπους». Με τον προτεινόμενο ορισμό, ο οποίος διευρύνει τον υφιστάμενο ορισμό των «μόνιμων λειμώνων», είναι δυνατόν να θεωρείται μόνιμος βοσκότοπος, η γη στην οποία υπάρχουν μη ποώδη κτηνοτροφικά φυτά εφόσον επικρατούν τα αγρωστώδη και λοιπά ποώδη κτηνοτροφικά φυτά.
Επιπλέον, κατά τη συνεδρίαση του Συμβουλίου για τη Γεωργία τον Μάιο 2012, η Επιτροπή επέδειξε ανοικτό πνεύμα όσον αφορά τη συμπλήρωση του προτεινόμενου ορισμού των μόνιμων βοσκοτόπων με την πιθανή συμπερίληψη ορισμένων εκτάσεων που χρησιμοποιούνται στο πλαίσιο εκτατικών παραδοσιακών κτηνοτροφικών/γεωργικών συστημάτων με στόχο την αναγνώριση του σημαντικού ρόλου των εκτάσεων αυτών για τη βιοποικιλότητα και την πρόληψη της διάβρωσης του εδάφους και της ελευθέρωσης άνθρακα.
Αυτό μπορεί να επιτευχθεί αν θεωρηθούν επιλέξιμες οι εκτάσεις, στις οποίες δεν επικρατούν παραδοσιακά τα αγρωστώδη και λοιπά ποώδη κτηνοτροφικά φυτά, ωστόσο παραμένουν κατάλληλα για βόσκηση και αποτελούν μέρος παραδοσιακών κτηνοτροφικών συστημάτων.
Επιπλέον, όσον αφορά τη χορήγηση των ενισχύσεων, θα πρέπει να τηρούνται συμπληρωματικές διατάξεις όπως αυτές για την ενεργοποίηση των δικαιωμάτων ενίσχυσης, τα επιλέξιμα εκτάρια καθώς και τον «ενεργό γεωργό».
(Να σημειωθεί ότι ως «μόνιμος βοσκότοπος» νοείται η γη που χρησιμοποιείται για την ανάπτυξη αγρωστωδών ή άλλων ποωδών κτηνοτροφικών φυτών με φυσικό τρόπο (αυτοφυή) ή με καλλιέργεια (σπαρμένα) και δεν έχει περιληφθεί στην αμειψισπορά επί πέντε έτη ή μακρύτερο διάστημα• μπορεί να περιλαμβάνει άλλα είδη κατάλληλα για βοσκή υπό τον όρο ότι επικρατούν τα αγρωστώδη και λοιπά ποώδη κτηνοτροφικά φυτά.)
Η εξέλιξη αυτή αποκτά τεράστια σημασία για τη χώρα μας, δηλώνει ο ΣΕΚ, καθώς θα μπορούν να συμπεριληφθούν στους επιλέξιμους βοσκότοπους άλλα περίπου 10 εκατομμύρια στρέμματα, τα οποία αρχικά δεν συμπεριλαμβάνονταν. Υπενθυμίζεται ότι στην Ελλάδα από το σύνολο των επιλέξιμων εκτάσεων που δηλώνονται για την ενεργοποίηση των δικαιωμάτων των παραγωγών (άμεσες ενισχύσεις), που ανέρχονται στο ύψος των 5,5 εκατομμυρίων εκταρίων, το 47% περίπου αποτελούν εκτάσεις που χαρακτηρίζονται ως βοσκότοποι, σύμφωνα με τα στοιχεία για το έτος 2011. Ωστόσο, η θετική αυτή εξέλιξη δεν αρκεί για την επιβίωση και την ανάπτυξη της ελληνικής κτηνοτροφίας καθότι απαιτείται εθνικό σχέδιο και στρατηγική με στόχο να επιλυθούν όλα τα καυτά και χρονίζοντα προβλήματα για τα οποία ο ΣΕΚ επανειλημμένα έχει καταθέσει τις προτάσεις του στους αρμόδιους φορείς και θα συνεχίσει σταθερά προς την κατεύθυνση αυτή.