εγγραφείτε: Άρθρα
εύρεση
Προγράμματα Μελισσοκομίας
Την Πέμπτη 18 Ιουλίου, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ενέκρινε τα Προγράμματα για τη βελτίωση της παραγωγής μελιού, προϋπολογισμού για την Ελλάδα περί τα 8,5 εκ. € στην τριετία 2014 – 2016.
Το ποσό αυτό αντιπροσωπεύει το 9% περίπου των συνολικών ποσών που διαθέτει η ΕΕ για τα 28 πλέον κράτη μέλη. Αν ληφθεί υπόψη και η εθνική συμμετοχή στις ενισχύσεις, τα συνολικά διαθέσιμα ποσά για την ελληνική μελισσοκομία φθάνουν τα 17 εκ. €.
Τα προγράμματα για τη μελισσοκομία είναι συγχρηματοδοτούμενα σε ποσοστό 50% από την Ευρωπαϊκή Ένωση και 50% από τον Κρατικό Προϋπολογισμό.
Στόχος των μελισσοκομικών προγραμμάτων είναι, μέσω της υλοποίησης δράσεων διαρθρωτικού χαρακτήρα να βελτιωθούν οι συνθήκες παραγωγής και εμπορίας των μελισσοκομικών προϊόντων της Ευρωπαϊκής Ένωσης και να στηριχθεί ο τομέας της μελισσοκομίας. Το ύψος της Ευρωπαϊκής συμμετοχής στη χρηματοδότηση των «μελισσοκομικών προγραμμάτων» σχετίζεται άμεσα και καθορίζεται από τον σύνολο των μελισσοσμηνών που διαθέτει το κάθε Κράτος Μέλος.
Οι επιδοτήσεις μπορούν να χρηματοδοτήσουν τις εξής κατηγορίες μέτρων υπέρ των μελισσοκόμων:
• τεχνική βοήθεια προς τους μελισσοκόμους και τις ομάδες τους,
• έλεγχο της βαρροϊκής ακαρίασης, που αποτελεί σημαντικό πρόβλημα των μελισσοσμηνών,
• εργαστηριακές αναλύσεις που διασφαλίζουν την ποιότητα,
• ανασύσταση του μελισσοκομικού κεφαλαίου και
• εφαρμοσμένη έρευνα στον τομέα με στόχο την βελτίωση της παραγωγικότητας.
Ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, κ. Αθανάσιος Τσαυτάρης με αφορμή την έγκριση των προγραμμάτων μελισσοκομίας προέβη στην ακόλουθη δήλωση: «Η νέα χρηματοδότηση θα επιτρέψει την απρόσκοπτη συνέχιση ενός αποτελεσματικού προγράμματος, για ένα κλάδο με παρουσία στις εξαγωγές μας, που απασχολεί περί τους 27.000 μελισσοκόμους, σε περιοχές μάλιστα ευαίσθητες όπως τα νησιά. Το μέλι είναι ένα σημαντικό προϊόν για τη χώρα, ένα προϊόν εθνικής εμβέλειας, υψηλής διατροφικής αξίας, που συμβολίζει την ποιότητα και την αειφορία. Ο τομέας έχει σημαντικά περιθώρια ανάπτυξης, αν ληφθεί υπόψη ότι η ΕΕ καλύπτει από την εγχώρια παραγωγή μόλις το 40% των αναγκών της. Με την κατάλληλη υποστήριξη μπορεί να αποδειχθεί άλλη μια πηγή απασχόλησης και εισοδήματος προερχομένη από τον πρωτογενή τομέα».